Είχα μια τρομερή απέχθεια για τον στρατό και η στρατιωτική θητεία μου φαινόταν μεγάλη αγγαρεία . Η στρατιωτική χούντα και οι απόψεις μου για τον αστικό στρατό , «δικαιολογούσαν» και ιδεολογικά την απέχθειά μου.
Όμως υπήρχαν και τα άλλα τα πιο προσωπικά και τα πιο σοβαρά. Από το 1973 ως το 1976 έζησα την πιο θυελλώδη περίοδο της ζωής μου . Ήταν για εμένα μια απίστευτη εποχή. Η συμμετοχή μου στο πολυτεχνείο , η ένταξή μου στην ΚΝΕ ,η αποχώρηση μου από την ΚΝΕ, η δημοκρατική κίνηση νέων Καματερού, η ένταξη στην εξωκοινοβουλευτική αριστερά , τα συνδικάτα , ο έρωτας μου με την Αφρούλα. Όλα μαζί ..
Δεν ήθελα να το χάσω όλο αυτό. Προσπαθούσα να το αποφύγω, ή έστω να το τρενάρω όσο μπορώ.
Πήγα και γράφτηκα σε μια σχολή μουσικής για να πάρω αναβολή . Ήθελα να το καθυστερήσω όσο γίνεται περισσότερο.
Από την άλλη μεριά ήθελα να τελειώνω με την υποχρέωση του στρατού και να γυρίσω να φτιάξω τη ζωή μου. Όχι πως είχα τίποτα μεγάλα σχέδια για τη ζωή . Τι σχέδια μπορεί να έχει για τη ζωή ένα παιδί 20 χρονών χωρίς πτυχίο και από φτωχή οικογένεια;
Να παρακολουθήσω μια τεχνική σχολή ήθελα , να πάρω ένα χαρτί , να βρω δουλειά και να κάνω δική μου οικογένεια. Εννοείται και για να συνεχίσω στον αγώνα . Η συμμετοχή στο κίνημα ήταν συνδεδεμένη με τα πάντα.
Με τα πολλά και κάτω από πιέσεις από το σπίτι μου και την Αφρούλα το πήρα απόφαση να διακόψω την αναβολή και να πάω φαντάρος.
Δεν τον φοβόμουν το στρατό όπως κάποια άλλα παιδιά που γνώριζα. Πιο πολύ φοβόμουν να μην χαθούμε με την Αφρούλα . Δυο χρόνια μακριά ο ένας από τον άλλο, μου φαινόταν βουνό.
Η Αφρούλα έλεγε πως δεν είναι τίποτα τα δυο χρόνια του στρατού. Για να με πείσει μου έλεγε πως ο πατέρας της έλλειπε έξι χρόνια στην εξορία και ο θείος της ο Τάκης είκοσι τρία χρόνια . Όχι πως πείστηκα από αυτά , αλλά με έκανε να ντρέπομαι να μυξοκλαίω για τα δυο χρονάκια του στρατού.
Ενημέρωσα το κόμμα πως θα πάω φαντάρος .
Οι οδηγίες του κόμματος για τους φαντάρους ήταν αυστηρές και ξεκάθαρες . Δεν απαντάμε στα ερωτηματολόγια ακόμα και αν μας απειλήσουν με στρατοδικείο , αν δεν θέλουμε δεν σταυροκοπιόμαστε τα πρωινά στην προσευχή ακόμα και αν μας απειλούν και δεν δεχόμαστε τα ατομικά καψόνια.
Εγώ ακολούθησα τις οδηγίες του κόμματος κατά γράμμα όταν πήγα στην Τρίπολη και παρά τις απειλές δεν συμπλήρωσα το ερωτηματολόγιο αλλά δεν είχα συνέπειες αφού εκεί στο κέντρο νεοσυλλέκτων τα πράγματα ήταν κάπως χαλαρά. Μάλλον είχε δίκιο ο πατέρας μου που έλεγε ότι οι φάκελοι των νεοσυλλέκτων με αναβολή δεν ανοίγονται από τις πρώτες ημέρες.
Από την Τρίπολη με έστειλαν στον Αυλώνα για εκπαίδευση με την ειδικότητα «τεχνίτης αρμάτων». Χάρηκα όταν μου το είπαν γιατί θα πήγαινα σχετικά κοντά στην Αθήνα και θα έπαιρνα μια εκπαίδευση που μπορεί να μου φαινόταν χρήσιμη όταν θα απολυόμουν από τον στρατό.
« Στα τεθωρακισμένα είναι όλοι μαύροι» και δεν θα σε κρατήσουν για πολύ, γιατί είσαι φακελωμένος μου είπε ο πατέρας μου.
Εγώ του έλεγα πως έπεσε η χούντα και πως δεν γίνονται πλέον αυτά. Πίστευα πως υπερβάλει .
Ο πατέρας μου επέμενε και μου έλεγε έχω εγώ μεγάλο φάκελο και εσύ πρόλαβες να κάνεις φάκελο από μικρός . Θα δεις που θα σε διώξουν από εκεί. Τελικά είχε δίκιο .
Δεν πέρασαν δυο μέρες και με κάλεσε ο διοικητής . Εσύ Μπιζά
φεύγεις και πας στο πεζικό μου είπε.
Γιατί κύριε διοικητά τον ρώτησα; Ξέρεις εσύ γιατί μου απάντησε . Μεταβολή τώρα .
Έκανα μεταβολή και έφυγα . Η αλήθεια είναι πως ένοιωσα κάποια περηφάνια που ήμουν και επισήμως ανεπιθύμητος στα 20 χρόνια μου. Το θεώρησα τιμή μου.
Στεναχωρήθηκα που θα πήγαινα στα ορεινά της Ξάνθης, μακριά από το σπίτι και την Αφρούλα , αλλά η περηφάνια μετρίαζε κάπως τη στεναχώρια μου.
Τελευταίες ημέρες του Νοέμβρη του 1977 πήρα το τρένο για την Σταυρούπολη .
Έφτασα βράδυ. Μαζί μου κατέβηκε άλλος ένας φαντάρος που δεν τον είχα δει στο τρένο και γνωριστήκαμε όταν φτάσαμε στον σταθμό της Σταυρούπολης.
Συναντήσαμε ένα εφιαλτικό τοπίο. Τα ελάχιστα σπίτια κοντά στον σταθμό ήταν σκοτεινά και φωτίζονταν με κεριά γιατί ένας δαιμονισμένος αέρας που φυσούσε εκείνη την ημέρα είχε ρίξει τις κολώνες της ΔΕΗ .
Το στρατόπεδο δεν φαινόταν από πουθενά και ο δρόμος προς το χωριό ήταν γεμάτος κλαδιά που είχαν σπάσει από τον αέρα.
Βρήκαμε έναν άνθρωπο που κοιτούσε τις ζημιές έξω από το σπίτι του και τον ρωτήσαμε πως θα πάμε στο στρατόπεδο.
Το στρατόπεδο ήταν στο τέλος ενός μεγάλου ανηφορικού δρόμου και λαχανιάσαμε να τον ανεβούμε. Από την προσπάθεια να ανεβούμε και από το άγχος είχαμε γίνει μούσκεμα στον ιδρώτα παρά το κρύο εκείνης της βραδιάς.
Από τον αέρα είχαν πέσει ακόμα και μερικές από τις ξύλινες σκοπιές του στρατοπέδου . Το πράγμα γινόταν όλο και χειρότερο.
Ο συνάδελφος είχε τρομοκρατηθεί με αυτά που βλέπαμε από την ώρα που κατεβήκαμε από το τρένο και έτρεμε τόσο που δεν μπορούσε καν να μιλήσει.
Αγχωμένοι και ταλαιπωρημένοι φτάσαμε στο διοικητήριο , όπου ένας αξιωματικός βάρδιας , μας έστειλε στους θαλάμους . Ούτε καλησπέρα μας είπε, ούτε καληνύχτα . Θα πάτε να βρείτε τον λοχία Ζούλη μας είπε και αυτός θα σας κατατοπίσει .
Ζούλη έλεγαν τον χοντρό γάτο της Αφρούλας και αυτό μου έφτιαξε κάπως το κέφι. Ο γάτος έπαιρνε φόρα και κουτουλούσε στα πόδια μου για να τον χαϊδεύω.
Οι θάλαμοι ήταν μισοσκότεινοι λόγω της διακοπής του ρεύματος και φωτιζόταν μόνο από τις αναμμένες ξυλόσομπες .
Μπαίνω στον θάλαμο και ούτε καλησπέρα, ούτε καλωσόρισες, ούτε τίποτα. Είσαι ο και λέγεσαι μου φώναξε αγριεμένος ο λοχίας που δεν έμοιαζε καθόλου με τον άκακο γάτο της Αφρούλας . Ήταν ένας αγριεμένος τύπος, ψηλός και αδύνατος , πολύ μελαχρινός με περιποιημένο μουστάκι και ρούχα πολυκαιρισμένα που φανέρωναν ότι είναι παλιοσειρά.
Του λέω το όνομά μου σε στάση προσοχής δυνατά και καθαρά. Δεν άκουσα τίποτα μου λέει και εγώ προσπαθώ για δεύτερη φορά να πω ακόμα πιο δυνατά το όνομά μου. Δεν άκουσα τίποτα μου ξαναλέει για τρίτη φορά. Ήθελε να με ταπεινώσει και να με τρομοκρατήσει.
Το περίμενα πως θα έχω τέτοια επεισόδια όταν φτάσω στο στρατόπεδο , γιατί ήξερα σε τι στρατόπεδο πάω.
Όσες ώρες ταξίδευα με το τρένο επεξεργαζόμουν σενάρια για το πώς θα αντιμετωπίσω τις απειλές και την τρομοκράτηση . Ήμουν σίγουρος πως θα αντιμετωπίσω δύσκολες καταστάσεις .
Αυτό με βοήθησε να κρατήσω την ψυχραιμία μου και να μην τρομοκρατηθώ . Ακολούθησα το σενάριο που είχα σκεφτεί στο τρένο.
Επιστράτευσα όση ψυχραιμία διέθετα εκείνη την ώρα και με ήρεμο τρόπο του είπα λοχία άκου να δεις. Έχω έρθει εδώ σαν ανεπιθύμητος. Έχω λογαριάσει πως εδώ που ήρθα μπορεί να περάσω στρατοδικείο και να κάνω φυλακή .
Θα σε παρακαλέσω να μην το συνεχίσεις γιατί θα μπλέξουμε ακόμα δεν ήρθα.
Του το είπα ψύχραιμα και χαμηλόφωνα για να μην ρεζιλευτεί μπροστά στους φαντάρους που μας παρακολουθούσαν .
Δεν ήταν και τόσο δύσκολο να το κάνω γιατί το σκεφτόμουν διαρκώς στο τρένο και το «προβάριζα» μέσα μου.
Ο λοχίας δεν ήξερε πώς να αντιδράσει και τα έχασε. Χαμήλωσε την φωνή και μου είπε θα τα πούμε από
αύριο . Αυτή τη φορά μου μίλησε κανονικά σαν συνάδελφος.
Τελικά δεν τα είπαμε ποτέ . Με απέφευγε και λίγες ημέρες αργότερα απολύθηκε χωρίς να ξαναμιλήσουμε.
Θωμάς του Εμμανουήλ Μπιζάς
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου